Φιλαδέλφεια

Φιλαδέλφεια
Φιλαδέλφεια, ας, ἡ (so N.; other edd. Φιλαδελφία, Ign., MPol) Philadelphia, a city in Lydia (west central Asia Minor; this Philadelphia mentioned in Strabo 12, 8 p. 578; Ptolem. 5, 2, 17; Ael. Aristid. 26, 96 K. al.; ins) under Roman rule fr. 133 B.C. Significant as a seat of Hellenistic culture. The sixth letter of Rv 1:11; 3:7 and one epistle of Ign., IPhld ins, are addressed to the Christian community there. MPol 19:1 mentions eleven martyrs fr. Phil. who were condemned together w. Polycarp in Smyrna.—An inhabitant of the city was called Φιλαδελφεύς title of IPhld (s. Hdb. z. NT on this).—Lghtf., The Apost. Fathers, Part II vol. II2 1889, 237ff; KBuresch, Aus Lydien 1898; CB I/1, 196ff, Letters ch. 27f; VSchultze, Altchristl. Städte u. Landschaften II/2, 1926; Pauly-W. XIX, 2091–93; CHemer, The Letters to the Seven Churches of Asia in Their Local Setting ’89 (’86), 153–77; Kl. Pauly IV, 733f; BHHW III, 1450f.—New Docs 3, 56 (lit.) M-M.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φιλαδέλφεια — neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλαδέλφεια — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Αιγύπτου, κοντά στο σημερινό Φαγιούμ. Χτίστηκε από τον Πτολεμαίο τον Φιλάδελφο. Έπαψε να υπάρχει από τον 4o αι. μ.Χ. 2. Πόλη της Περγάμου, στις βόρειες πλαγιές του όρους Τμώλου, που χτίστηκε το 140 π.Χ. από… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Φιλαδέλφεια — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 75 μ.) του νομού Θεσσαλονίκης. Τμήμα πάρκου στην πόλη της Νέας Φιλαδέλφειας, στον νομό Αττικής …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Μαγκαφάς, Θεόδωρος — (12ος 13ος αι.). Βασιλιάς της Φιλαδέλφειας της Μικράς Ασίας (1189 1205). Τοπάρχης αρχικά της Φιλαδέλφειας, στασίασε το 1189 εναντίον του βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαακίου Β’ του Αγγέλου και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς. Όταν ο Ισαάκιος B’… …   Dictionary of Greek

  • Μπάριμορ — (Barrymore). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο μιας οικογένειας Αμερικανών ηθοποιών, αγγλικής καταγωγής, το πραγματικό όνομα της οποίας ήταν Μπλάιθ (Blythe). Ο πατέρας Χέρμπερτ (Herbert, 1847 – 1905) άρχισε την καριέρα του στη γενέτειρά του Μεγάλη Βρετανία …   Dictionary of Greek

  • Nea Filadelfeia — Νέα Φιλαδέλφεια Dekelias Ave Location …   Wikipedia

  • Nea Filadelfia — Stadtgemeinde Nea Filadelfia (1947–2010) Δήμος Νέας Φιλαδέλφειας (Νέα Φιλαδέλφεια) …   Deutsch Wikipedia

  • Philadelphia (Asien) — Philadelphia oder Philadelpheia (griechisch Φιλαδελφία oder Φιλαδελφεῖα) war eine antike Stadt in der Landschaft Lydien in Kleinasien (heute Türkei). Sie lag südlich des Kogamis am Fuß des Tmolosgebirges an der Verbindungsstraße zwischen Sardes… …   Deutsch Wikipedia

  • εφημερίδα — Έντυπο που κυκλοφορεί κάθε μέρα ή σε αραιότερα χρονικά διαστήματα και περιέχει ειδήσεις, σχόλια και άλλο υλικό της επικαιρότητας. Στην ευρύτερη σημασία του ο όρος ε. χαρακτηρίζει κάθε τυπωμένο κείμενο, στο οποίο καταχωρούνται ειδήσεις που… …   Dictionary of Greek

  • Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”